Με τα χεράκια της
Κι εγέμισ’ από άνθη η πλάτη η αγκαλιά,
Και τα μαλλάκια της.
Αχ! χιονισμένη σαν την είδα την τρελλή
Γλυκά τη φίλησα,
Της τίναξα τα άνθη απ’ την κεφαλή
Κι έτσι της μίλησα:
―Τρελλή, να φέρης ’ς τα μαλλιά σου τη χιονιά
Τι τόσο βιάζεσαι;
Μόνη της θε ναρθή η βαρυχειμωνιά
Δεν το στοχάζεσαι;
Του κάκου τότε θα θυμάσαι τα παληά
Τα παιγνιδάκια σου,
Κοντή γρηούλα με τα κάτασπρα μαλλιά
Και τα γυαλάκια σου!